Τη στιγμή που η κρίση βαθαίνει τις ανισότητες και η κοινωνική πλειοψηφία βυθίζεται στη μιζέρια της καθημερινής πάλης για επιβίωση, 300 συνάδελφοί μας εργαζόμενοι ή άνεργοι μετανάστες ξεκινούν από τις 25 Ιανουαρίου μια απεργία πείνας για να θέσουν με τον πιο αμείλικτο τρόπο τα ερωτήματα που η συγκυρία απαιτεί να απαντηθούν. Και τα ερωτήματα αυτά δεν είναι άλλα από το ποιός καταδικάζεται στη φτώχεια και την εξαθλίωση, ποιός έχει να χάσει αλλά και ποιός έχει να κερδίσει από το ξεπούλημα της ζωής μας.
Το συνασπισμένο μπλοκ του κεφαλαίου και της εργοδοσίας, των πολιτικών τους ακολουθητών και του γραφειοκρατικού συνδικαλισμού προσπαθεί να μας πείσει ότι η οικονομική κρίση συνιστά μια «εθνική συμφορά», και προωθεί σκληρά μέτρα που θίγουν τους όρους αναπαραγωγής – όχι όλων των Ελλήνων, βέβαια, στην πραγματικότητα – αλλά των πλατιών στρωμάτων που δεν έχουν άλλα μέσα επιβίωσης πέρα από την εργατική τους δύναμη. Είναι το ίδιο αυτό μπλοκ που καλλιεργεί το μύθο της «εθνικής ενότητας απέναντι στην κρίση» για να αποκρύψει το γεγονός ότι οι φορείς των δικών του συμφερόντων περιμέναν πολύ καιρό για να βρουν την ευκαιρία να εντείνουν την εκμετάλλευση των εργαζομένων περικόπτοντας τους μισθούς και καταργώντας τις συλλογικές συμβάσεις, τον πυλώνα δηλαδή του συστήματος αναδιανομής του πλούτου. Περιμέναν πολύ καιρό για να βρουν ένα πειστικό επιχείρημα ώστε να προχωρήσουν σε μαζικές απολύσεις και να σπρώξουν ένα μεγάλο μέρος του πληθυσμού στην ανεργία και την ανέχεια.
Προσπάθησαν ακόμα να μας πείσουν ότι για τη σημερινή κατάσταση φταίει η ελληνική παθογένεια της διαφθοράς, ένα επιχείρημα που συνοψίζεται στο «όλοι μαζί τα φάγαμε», τη στιγμή που εμείς οι φτωχοί όχι μόνο ξέρουμε ότι δεν πρόκειται, αλλά ούτε και τολμήσαμε ποτέ να ελπίσουμε ότι θα πλουτίσουμε. Έπειτα, ήρθαν να μας πουν ότι «η Ελλάδα δεν παράγει», δεν μας εξήγησαν όμως γιατί αυτοί που κόπτονται τόσο για την «εθνική ανάπτυξη» επιμένουν να μεταφέρουν τις επιχειρήσεις τους στα Βαλκάνια ή την Ασία, προφανώς για να ξεζουμίσουν χειρότερα τους εκεί εργαζόμενους. Και τελικά καταφεύγουν στο πιο δημοφιλές τους επιχείρημα, ότι δηλαδή οι μετανάστες κοστίζουν σε δημόσιο χρήμα και θέσεις εργασίας. Πρόκειται, φυσικά, για την ανά τους αιώνες γνωστή τακτική του «διαίρει και βασίλευε» που προσπαθεί να διασπάσει την εργατική τάξη σε κομματάκια. Όσο όμως το κεφάλαιο δεν έχει πατρίδα και δεν διακρίνει τους εκμεταλλευόμενους σε χρώματα και φυλές, ακόμη περισσότερο εμείς οι εργαζόμενοι και άνεργοι δεν έχουμε λόγο να χωριζόμαστε σε Έλληνες και ξένους.
Ανάμεσα μας υπάρχει μια μόνο ουσιώδης διαφορά: τα εργατικά δικαιώματα που τώρα μας αφαιρούν, οι ξένοι συνάδελφοί μας δεν τα είχαν ποτέ. Και η διατήρηση ενός μεγάλου κομματιού της εργατικής τάξης στην παρανομία αποτελεί την περίληψη της μεταναστευτικής πολιτικής της Ελλάδας και της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Σήμερα όμως που οι όροι της εκμετάλλευσης συμπιέζονται προς τα κάτω για τους ντόπιους εργαζόμενους, η ανάγκη του κεφαλαίου για εισαγωγή ανειδίκευτου και χωρίς δικαιώματα δυναμικού από άλλες χώρες τείνει να εξαφανίζεται. Κι είναι για αυτό το λόγο που σήμερα οι οδηγίες τύπου Μπολκεστάιν και οι Λευκές Βίβλοι της Ε.Ε. συμπληρώνονται με φράκτες στον Έβρο και με αναβάθμιση της Frontex. Με αυτά, λοιπόν, τα σχέδια οι εθνικές και υπερεθνικές κυβερνήσεις οραματίζονται την Ελλάδα σαν μια απέραντη φυλακή, ένα στρατόπεδο συγκέντρωσης για όσους περισσεύουν από την παραγωγή και σαν κάτεργο για όσους χρησιμεύουν στην προσπόριση κερδών για το κεφάλαιο.
Γι’ αυτό και ο αγώνας για την ανατροπή της αντεργατικής πολιτικής δεν μπορεί να ιδώνεται ξέχωρα από τη μάχη για διαφορετική οργάνωση της παραγωγής, ώστε κανένας άνθρωπος να μην περισσεύει, κανένας να μην πετιέται στο περιθώριο. Έτσι και η νίκη των εργαζομένων απέναντι στα συμφέροντα των λίγων πλουτοκρατών προϋποθέτει ένα εργατικό κίνημα που όχι μόνο δεν δίνει πάτημα στην επιχειρηματολογία περί «εθνικής ανάπτυξης» αλλά τολμά να συγκροτείται και με τρόπο που καθιστά δυνατό τον κοινό αγώνα του συνόλου της εργατικής τάξης, συσπειρώνοντας στις γραμμές του τόσο τους ντόπιους όσο και τους ξένους εργαζομένους και ανέργους. Κι αυτό είναι ένα εργατικό κίνημα που δεν συμβιβάζεται με τις λοβιτούρες τις ΓΣΕΕ και δεν καλύπτεται από τον κομματικό μηχανισμό του ΠΑΜΕ. Ο κόσμος της εργασίας έχει ανάγκη από ένα κίνημα που δομείται σε σωματεία βάσης, τα οποία λειτουργούν αμεσοδημοκρατικά ώστε να συμμετέχουν όλοι οι εργαζόμενοι στις διαδικασίες τους, έχουν ταξική σύνθεση ώστε να μη διαβρώνονται από εργοδοτικά συμφέροντα και προπαγάνδα και οργανώνει ως μέλη του όλους τους εργαζομένους, επισφαλείς κι ανέργους του κλάδου ανεξαρτήτως καταγωγής. Αυτός είναι ο μόνος τρόπος οργάνωσης που δίνει προοπτικές νίκης στην τάξη μας και τις εργατικές διεκδικήσεις για μισθό που να καλύπτει τις ανάγκες μας, πλήρη ασφαλιστικά και συνταξιοδοτικά δικαιώματα για όλους. Αυτός, τέλος, είναι ο τρόπος για να μην χρειαστεί άλλοι συνάδελφοί μας να επιλέξουν το θάνατο επειδή βλέπουν τις πιθανότητές στους στη ζωή να λιγοστεύουν.
Καλούμε, λοιπόν, κάθε εργαζόμενο και άνεργο, κάθε σωματείο και εργατική συλλογικότητα να συμμετάσχει στις απεργίες στις 10 και στις 24 Φεβρουαρίου και σε ανεξάρτητη ταξική συγκέντρωση και πορεία, δίνοντας ταυτόχρονα τη μάχη στους χώρους δουλειάς για κήρυξη γενικής απεργίας διαρκείας. Κάθε λεπτό που περνάει το μπλοκ εξουσίας επιχειρεί μέσα από τα ΜΜΕ να μας στρέψει τον έναν ενάντια στον άλλο. Η δική μας απάντηση μπορεί να είναι μόνο μια:
Έλληνες και ξένοι, εργάτες ενωμένοι!
Αυτός ο αγώνας είναι της τάξης μας!
Γενική απεργία διαρκείας, σαμποτάρισμα της παραγωγής!
Κίνηση Εργατικής Χειραφέτησης & Αυτοοργάνωσης