Η ήπειρος που πεθαίνει και το “μεταναστευτικό”

Οι πληθυσμιακές προβλέψεις της Eurostat το 2006 προβλέπουν μείωση πληθυσμού έως το 2050 σε 13 από τις τωρινές χώρες-μέλη της ΕΕ, περιλαμβανομένων σημαντικών δυτικών κρατών όπως η Γερμανία και η Ιταλία. Στην πραγματικότα, κατά τη διάρκεια του 21ου αιώνα, το μεγαλύτερο τμήμα του κόσμου είναι πολύ πιθανό να ακολουθήσει στο μονοπάτι των ανατολικο-ευρωπαϊκών χωρών κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου — η εκδίκηση του Μπρέζνιεφ. Δεν υπάρχει εγγύηση ότι η μείωση θα αναστραφεί.
Ο φόβος της αύξησης πληθυσμού ήταν η πολιτιστική νόρμα στη Δύση έως την δεκαετία του 1990. Αλλά οι λαοφιλείς εικόνες ενός αναπόφευκτα πολυπληθούς μέλλοντος έχουν σε μεγάλο βαθμό εξαφανιστεί. Μελέτες για τον πληθυσμό του μέλλοντος, όπως το Πρόγραμμα Παγκόσμιου Πληθυσμού IIASA, εισήγαγαν την ιδέα της πτώσης του παγκόσμιου πληθυσμού στα ΜΜΕ και την κοινή γνώμη. Το σενάριο “χαμηλής γεννητικότητας-υψηλής θνησιμότητας” έδωσε μια πρόβλεψη για τον παγκόσμιο πληθυσμό το 2100 μόνο 3.397 εκατομμυρίων — ένα τρίτο μικρότερο από τον σημερινό. Φυσικά υπάρχουν αβεβαιότητες στις προβλέψεις πληθυσμού. Στην αναθεώρηση των Προοπτικών Παγκόσμιου Πληθυσμού του 2006, υπάρχει διαφορά 4 δισεκατομμυρίων μεταξύ του σεναρίου χαμηλής γεννητικότητας και αυτού σταθερής γεννητικότητας. Στα σενάρια της ESA, υπάρχει χάσμα 34 δισεκατομμυρίων ανθρώπων ανάμεσα στο χαμηλότερο και το ψηλότερο σενάριο για το 2300. Όσο πιο μακριά στο μέλλον προσπαθούμε να προβλέψουμε, τόσο μεγαλύτερες είναι οι αβεβαιότητες και τα περιθώρια λάθους — και οι δημογράφοι εξακολουθούν να προειδοποιούν για την τεράστια αύξηση πληθυσμού στα επόμενα 50 χρόνια (Βλ. Παγκόσμιος πληθυσμός: Κύριες τάσεις).
Παρ’ όλα αυτά, υπάρχουν λόγοι να πιστεύουμε ότι το ρεαλιστικό σενάριο είναι η μακροχρόνια μείωση. Ίσως θυμάστε τις τέσσερις φάσεις της δημογραφικής μετάβασης από την σχολική γεωγραφία. Στο μεγαλύτερο κομμάτι της ιστορίας, τα ποσοστά  γεννήσεων και θανάτων ήταν υψηλά, γύρω στα 40/1.000. Ο παγκόσμιος πληθυσμός αυξήθηκε, αλλά αργά και ασταθώς. Αυτή ήταν η πρώτη φάση. Τους τελευταίους τρεις αιώνες, και αρχικά στην Ευρώπη, έπεσαν δραστικά τα ποσοστά θανάτων. Στην αρχή, τα ποσοστά γεννήσεων παρέμειναν υψηλά και ο πληθυσμός αυξήθηκε. Αυτή ήταν η δεύτερη φάση. Με την αυξανόμενη πρόνοια, άρχισαν να πέφτουν επίσης και τα ποσοστά γεννήσεων, και η αύξηση πληθυσμού επιβραδύνθηκε: η τρίτη φάση. Τέλος, σύμφωνα με την βασική θεωρία, τα ποσοστά γεννήσεων και θανάτων θα σταθεροποιούνταν περίπου στο 10 ανά 1.000. Η διαδικασία πήρε 250 με 300 χρόνια στην Ευρώπη, αλλά ορισμένες περιοχές στην Αφρική και την Ασία μπήκαν στην δεύτερη φάση μόλις πριν από μία γενιά.
Τελειώνει όμως εδώ η ιστορία; Τι γίνεται αν τα ποσοστά γεννήσεων πέσουν μόνιμα κάτω από τα ποσοστά θανάτων; Φαίνεται πως οι ανατολικοευρωπαϊκές χώρες εισήλθαν σε μια πέμπτη φάση της δημογραφικής μετάβασης — και δεν υπάρχουν αποδείξεις ότι αυτό θα αναστραφεί ποτέ. Η φάση αυτή παρακμής περιλαμβάνεται πλέον σε κάποιες εκδοχές θεωρίας της δημογραφικής μετάβασης. Για τις χώρες της ΕΕ, η μελέτη της Eurostat προέβλεψε ποσοστό γεννητικότητας σταθερό στα 1.95. Το ποσοστό γεννητικότητας είναι, περίπου, ο αριθμός παιδιών ανά γυναίκα. Για έναν σταθερό πληθυσμό είναι απαραίτητο ένα ποσοστό 2.1. Ένα ποσοστό 1.95 στις χώρες της ΕΕ θα παρέμενε μόνιμα κάτω από το επίπεδο της αντικατάστασης [θανάτων από γεννήσεις]– και αυτό είναι το σενάριο που βασίζεται σε αισιόδοξες προβλέψεις γεννητικότητας.
Οι περισσότερες χώρες δεν έχουν μπει ακόμη σε μια πέμπτη φάση. Όμως οι προβλέψεις της Eurostat δείχνουν κάποιες σταθερές τάσεις, σύμφωνα με τις οποίες οι πλούσιες χώρες, η μία μετά την άλλη, αρχίζουν να παρακμάζουν πληθυσμιακά. Και η χαμηλή γεννητικότητα δεν είναι πλέον μόνο ευρωπαϊκή, ούτε περιορίζεται πια στις πλούσεις βιομηχανικές χώρες. Σύμφωνα με τις Προοπτικές Παγκόσμιου Πληθυσμού (αναθεώρηση 2006), και οι 45 αναπτυγμένες χώρες έχουν ποσοστά γεννητικότητας κάτω από το επίπεδο αντικατάστασης, αλλά τέτοια έχουν επίσης και 28 αναπτυσσόμενες χώρες. Όλες μαζί αποτελούν το 44% του παγκόσμιου πληθυσμού. Η γεννητικότητα κάτω από τα επίπεδα αντικατάστασης επηρεάζει πλέον χώρες όπως η Αρμενία, η Κύπρος, η Γεωργία, το Καζακστάν, η Σρι Λάνκα και η Ταϊλάνδη.
Δεν μπορούμε πια να λέμε απλώς ότι το τέλος της δημογραφικής μετάβασης είναι ένας σταθερός πληθυσμός. Ίσως ένας πληθυσμός που μειώνεται να είναι “φυσιολογικός” — όπως κάποτε θεωρούνταν “φυσιολογική” η αύξηση. Ίσως η μείωση πληθυσμού να είναι χαρακτηριστική κάθε πλανήτη με προχωρημένη τεχνολογία.
[…]
Μια μαύρη Ευρώπη;
Ένα πράγμα φαίνεται βέβαιο: Η σημασία της Ευρώπης έχει λάβει τέλος. Παρά τις διαφορές στις μακροπρόθεσμες προβλέψεις, όλα τα σενάρια της IIASA και της Eurostat δείχνουν σχετική παρακμή στο μερίδιο που έχει η Ευρώπη στον παγκόσμιο πληθυσμό. Το 1950, περίπου 12% του παγκόσμιου πληθυσμού ζούσε στις χώρες που σήμερα απαρτίζουν την ΕΕ. Σύμφωνα με την Eurostat, το 2050, το ποσοστό αυτό θα έχει κατέβει μόλις στο 4%. Το μερίδιο που προβλέπει η IIASA για όλη την Ευρώπη το 2050 είναι από 7-8%. Στην πρόβλεψη της ESA το 2004, το μερίδιο που προβλέπει το κατά προσέγγιση μέσο σενάριο για το 2300 είναι 7%.
Το σενάριο που βασίζεται στην υπόθεση σταθερής γεννητικότητας είναι πολύ πιο ακραίο: Η γεννητικότητα μένει στα σημερινά επίπεδα σύμφωνα με αυτό το σενάριο, κάτι το οποίο οδηγεί σε απίστευτα υψηλούς αριθμούς για τον παγκόσμιο πληθυσμό. Για τον ευρωπαϊκό όμως πληθυσμό οδηγεί αντίθετα, μακροπρόθεσμα τουλάχιστον, σε εκπληκτικά χαμηλά ποσοστά. Ο πληθυσμός της ΕΕ θα έπεφτε μόλις στα 59 εκατομμύρια έως το 2.300. Οι μισές περίπου από τις ευρωπαϊκές χώρες θα έχαναν 95% ή παραπάνω του πληθυσμού τους, και χώρες όπως η Ρωσία και η Ιταλία θα έμεναν με περίπου 1% του πληθυσμού που έχουν τώρα. Αν και κάποιος μπορεί να φανταστεί την δυνατότητα η γεννητικότητα να αυξηθεί σε σχέση με τα σημερινά επίπεδα, οι συνέπειες φαίνονται αρκετά γκροτέσκες ώστε να κάνουν κάτι τέτοιο να μοιάζει μάλλον απίθανο.
Πρόκειται για μια παράλογη αντίφαση:  τα αντιμεταναστευτικά κόμματα παραπονιούνται για τις ατέρμονες ορδές μεταναστών και για ασφυκτικά γεμάτες πόλεις. Και όμως, οι υπολογισμοί των Ηνωμένων Εθνών για το Ποσοστό Παγκόσμιου Πληθυσμού ανά Περιοχή δείχνουν ότι η κλίμακα σχετικής πληθυσμιακής παρακμής είναι τεράστια. Τόσο μεγάλη, που εκατοντάδες εκατομμύρια μεταναστών θα χρειαζόντουσαν για να αποκαταστήσουν το ποσοστό [των κατοίκων της Ευρώπης] επί του παγκόσμιου πληθυσμού. Η πιο πρόσφατη Αναφορά των Ηνωμένων Εθνών για την Αντικατάσταση μέσω Μετανάστευσης υπολογίζει το ποσοστό μετανάστευσης που χρειάζεται για να αποκατασταθεί η ηλικιακή ισορροπία. Ο συνοπτικός πίνακας για την ΕΕ περιλαμβάνει ένα σενάριο με σταθερή αναλογία ανάμεσα στην ομάδα ηλικιών από 15-64 και την ομάδα άνω των 65.  Από το 1995 έως το 2050, θα χρειαστούν 700 εκατομμύρια μετανάστες. Το σενάριο αυτό περιλαμβάνει την αύξηση πληθυσμού στην Ευρώπη — στην πραγματικότητα μεταθέτει την αφρικανική και ασιατική αύξηση στην Ευρώπη. Η μετανάστευση που είναι αναγκαία για να διατηρηθεί ο πληθυσμός χωρών στην ΕΕ είναι μικρότερη, αλλά θα εξακολουθούσε να τρομοκρατεί τα αντιμεταναστευτικά κόμματα: 47 εκατομμύρια μετανάστες. Και οι τρεις στόχοι (η διατήρηση του μεριδίου επί του παγκόσμιου πληθυσμού, η διατήρηση της ηλικιακής ισορροπίας και η διατήρηση του πληθυσμού), προαπαιτούν τεράστιους αριθμούς μεταναστών.
Αν, το 2300, η Ευρώπη παραμείνει σημαντική ήπειρος, θα είναι σχεδόν βέβαια μια μαύρη ήπειρος. Η μελλοντική πολιτική για την μετανάστευση μπορεί να φαντάζει παράλογη με τα κριτήρια του σήμερα. Θα αντικατασταθεί η συνοριακή αστυνομία με διαφημίσεις που θα λένε “ελάτε εδώ”; Σε ένα ποσοστό, αυτό έχει ήδη συμβεί:  στα τέλη της δεκαετίας του 1990, οι δυτικοευρωπαϊκές χώρες άρχισαν να ανταγωνίζονται για εξειδικευμένους μετανάστες, αρχής γενομένης από τον κλάδο της Τεχνολογίας Πληροφορικών Συστημάτων. Ο ανταγωνισμός αυτός  είναι πιθανόν να συνεχιστεί όταν ανακάμψει η οικονομία. Ίσως στο μέλλον οι διακομιστές μεταναστών να αντικατασταθούν από απαγωγείς μεταναστών. Οι επιδρομές για δούλους ήταν κάποτε βασικός τρόπος εύρεσης εργατικού δυναμικού για την χαμηλής αποδοτικότητας γεωργία.
[…]

Δεν είναι αδύνατο να έχουμε κάποια νέα μορφή “επιδρομών για την εξασφάλιση πληθυσμού”, αν και θα είναι πιο εκλεπτυσμένη. Προς το παρόν, οι ψηφοφόροι στις πλούσιες χώρες βλέπουν τους μετανάστες ως απειλή. Η στάση αυτή προϋποθέτει ότι υπάρχει ένα τεράστιο απόθεμα μεταναστών, για παράδειγμα στην Αφρική. Αλλά σε 25 ή 30 χρόνια, εάν οι πλούσιες χώρες αποφασίσουν ότι χρειάζονται εκατομμύρια μεταναστών, μπορεί απλώς να μην τους βρίσκουν. Αν τα αφρικανικά επίπεδα διαβίωσης βελτιωθούν και μειωθεί η γεννητικότητα, οι Αφρικανοί μπορεί να μην είναι ενθουσιώδεις στην ιδέα της μετανάστευσης. Στην πραγματικότητα, είναι ήδη αργά για να υιοθετηθεί μια στρατηγική “μαζικής μετανάστευσης.” Η μαζική μετανάστευση μπορεί να είναι ιστορικά εφήμερο φαινόμενο. Η μετανάστευση από κράτος σε κράτος μειώνεται αναμφίβολα αν ιδωθεί ως ποσοστό επί όλων των ειδών ταξιδίου. Η κυκλοφορία διεθνών επιβατών έχει αυξηθεί σε τεράστιο βαθμό από τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Εάν αυξανόταν με τα ίδια ποσοστά η μετανάστευση, σχεδόν όλοι μας θα ήμασταν μετανάστες. Οι τεχνολογικές αλλαγές είναι μια ακόμα χρησιμότερη ένδειξη: το 1550, ένα πλοίο που έπλεε από την Ευρώπη στην Ιαπωνία χρειαζόταν ένα χρόνο για να φτάσει, και το ένα τρίτο του πληρώματος πέθαινε σε ένα τυπικό ταξίδι μετ’ επιστροφής. Σήμερα είναι εφικτό να μεταφέρεις αεροπορικά ολόκληρο τον πληθυσμό της Ιαπωνίας στην Ευρώπη σε πολύ μικρότερο χρονικό διάστημα από έναν χρόνο. Αλλά η μετανάστευση δεν αυξήθηκε ανάλογα. Η τάση φαίνεται να είναι ένας κόσμος με πολλές μετακινήσεις, αλλά και με μόνιμη κατοικία στην χώρα γέννησης. Και έτσι η Ευρώπη δεν μπορεί πλέον να ανοίξει τις πύλες και να περιμένει τους μετανάστες να έρθουν.

http://radicaldesire.blogspot.com/2011/03/blog-post_1745.html